- παλαιοχεγκελιανοί
- οι(φιλοσ.) η δεξιά συντηρητική πτέρυγα τού εγελιανισμού στη Γερμανία, η οποία υποστήριζε ότι η διδασκαλία τού Χέγκελ ήταν εναρμονισμένη με την ευαγγελική ορθοδοξία και με τις συντηρητικές πολιτικές κατευθύνσεις τής παλινόρθωσης, μετά την ήττα τού Ναπολέοντος.
Dictionary of Greek. 2013.